capacité - translation to
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:     

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

capacité - translation to


faire capable      
capacitate
habilitation         
n. capacitation, accommodation; act of giving capacitance
capacitance      
n. capacitance

Βικιπαίδεια

Capacité
Au sens propre, le mot capacité désigne le fait d'être capable, d'avoir l'aptitude pour réaliser quelque chose : par exemple une capacité professionnelle attestée par un certificat de capacité.
Παραδείγματα από το σώμα κειμένου για capacité
1. Capacité d‘intervention La capacité d‘intervention des pays émergents en mati';re de politique économique sera aussi décisive ces prochains mois.
2. Et il avait une extraordinaire capacité d‘écoute.
3. Capacité de nuisance: forte sur les naturalisations.
4. J‘ai la capacité de concentration d‘une adolescente.
5. L‘institut est connu pour sa capacité d‘innovation.